Συμβουλευτική Γονέων
Ο ερχομός ενός παιδιού επιφέρει αλλαγές και ανακατατάξεις στο οικογενειακό σύστημα και προσδίδει έναν νέο ρόλο στον/στους άνθρωπο/-ους που θα το αναθρέψουν, αυτόν του γονέα. Η προσπάθεια ενός γονιού να είναι επαρκής και αποτελεσματικός στο ρόλο του, να έχει μία λειτουργική σχέση με το παιδί ή τα παιδιά του και παράλληλα να μπορεί να είναι συντονισμένος και με τις υπόλοιπες πλευρές της ταυτότητάς του, μπορεί να γίνει εξουθενωτική. Η συμβουλευτική γονέων μπορεί να επιλεγεί από τον/τους γονέα/γονείς ως ένα πλαίσιο υποστήριξης και ενδυνάμωσης στον δύσκολο και απαιτητικό ρόλο που έχουν αναλάβει.
Αναπτύσσοντας μια σχέση εμπιστοσύνης με τη θεραπεύτρια, οι γονείς μπορούν να μοιραστούν αυτά που τους προβληματίζουν στην οικογενειακή ζωή, να επεξεργαστούν εκ νέου τις σχέσεις που έχουν διαμορφωθεί με τα παιδιά τους, να αναγνωρίσουν και να αφουγκραστούν τόσο τις ανάγκες των παιδιών τους όσο και τις δικές τους, που μπορεί να υποβαθμίζονται. Οι διάλογοι και οι συζητήσεις που θα προκύψουν ανάμεσα στους γονείς και στη θεραπεύτρια μπορούν να αναδείξουν νέα νοήματα και ερμηνείες αναφορικά με αυτόν τον ρόλο, να τους ενδυναμώσουν και να φωτίσουν την επάρκειά τους, καθώς και να τους επιτρέψουν να ανακαλύψουν οι ίδιοι πώς θα ήθελαν να είναι ως γονείς, γονείς που θα προάγουν το ατομικό και το οικογενειακό ‘συμφέρον’. Επομένως, η συμβουλευτική γονέων δεν θα τους προσφέρει μια έτοιμη ‘λύση’ ούτε θα τους επιβάλλει τα ‘σωστά’ και θα αξιολογήσει τα ‘λάθη’. Αντίθετα, μαζί με τη θεραπεύτρια θα γνωρίσουν οι ίδιοι καλύτερα τον εαυτό τους στο ρόλο του γονέα και θα τον διαμορφώσουν σύμφωνα με τις εκάστοτε ατομικές και οικογενειακές πραγματικότητες.